Τελ. ενημέρωση:

   28-Jul-2000
 

Αρχ Ελλ Ιατρ, 16(4), Ιούλιος-Αύγουστος 1999, 337-351

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ

Αυτοανοσία θυρεοειδούς
Αυτοαντιγόνα, αυτοαντισώματα, αυτοδραστικά Τ-λεμφοκύτταρα, παθογένεια

Π. ΛΥΜΠΕΡΗ,1 Γ. ΦΙΛΙΠΠΟΥ2
1Τμήμα Ανοσολογίας, Ελληνικό Ινστιτούτο Pasteur
2Α' Ενδοκρινολογικό Τμήμα, ΓΠΝ "Αλεξάνδρα"


Η αυτοάνοση θυρεοειδική νόσος αποτελεί το κλασικό παράδειγμα οργανοειδικής αυτοανοσίας, για περισσότερο από 30 χρόνια. Η υψηλή συχνότητα αυτών των νοσημάτων στο γενικό πληθυσμό, η εύκολη πρόσβαση στο όργανο-στόχο και η ανάπτυξη ζωικών μοντέλων της ανθρώπινης νόσου, έχουν οδηγήσει στην αύξηση των γνώσεων σχετικά με την αιτιολογία και την παθογένειά τους. Τα αυτοάνοσα νοσήματα του θυρεοειδούς –η νόσος Graves, η θυρεοειδίτιδα Hashimoto, το πρωτοπαθές μυξοίδημα ή πρωτοπαθής υποθυρεοειδισμός και η θυρεοειδίτιδα μετά τον τοκετό (postpartum thyroiditis)– χαρακτηρίζονται από την παρουσία κυκλοφορούντων αυτοαντισωμάτων και αυτοδραστικών Τ-λεμφοκυττάρων κατά αυτοαντιγόνων του αδένα. Τα κύρια αυτοαντιγόνα του αδένα είναι η θυρεοσφαιρίνη (thyroglobulin, TG), η θυρεοειδική υπεροξειδάση (thyroid peroxidase, TPO, ταυτόσημη με το «μικροσωμιακό αντιγόνο») και ο υποδοχέας της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης (thyroid stimulating hormone receptor, TSH-R). Αυτοαντισώματα έναντι του TSH-R ευθύνονται για τον υπερθυρεοειδισμό στη νόσο Graves, ενώ τα αντι-ΤΡΟ και αντι-ΤG, σε υψηλούς τίτλους, συνδέονται με τη θυρεοειδίτιδα Hashimoto και το πρωτοπαθές μυξοίδημα. Σήμερα, στο ανοσολογικό εργαστήριο, τα αντι-θυρεοειδικά αυτοαντισώματα (ΑΘΑ) προσδιορίζονται εύκολα, με απλές, ευαίσθητες και ειδικές ραδιοανοσολογικές και ανοσοενζυμικές δοκιμασίες. Η μοριακή κλωνοποίηση των γονιδίων που κωδικοποιούν για τα τρία κύρια αντιγόνα του θυρεοειδούς συνέβαλε σημαντικά στην κατανόηση της αυτοαντιγονικότητάς τους. Η γνώση της πρωτοταγούς δομής επέτρεψε τον προσδιορισμό γραμμικών επιτόπων που αναγνωρίζονται από τα Β- και Τ-λεμφοκύτταρα, με τη χρησιμοποίηση ανασυνδυασμένων αντιγονικών τμημάτων ή συνθετικών πεπτιδίων. Παράλληλα, έχουν γίνει προσπάθειες συσχέτισης της εμφάνισης των αυτοάνοσων νοσημάτων του θυρεοειδούς με συγκεκριμένους γενετικούς τόπους. Γενικά, φαίνεται να υπάρχει συσχέτιση των νοσημάτων αυτών με τις γενετικές θέσεις των περιοχών HLA-DR και HLA-DQ (HLA τάξης ΙΙ). Ειδικότερα, σε Καυκάσιους πληθυσμούς, η νόσος Graves βρέθηκε να σχετίζεται με τον απλότυπο DR3, η θυρεοειδίτιδα Hashi moto με τα HLA-DR4, DR5 και DQ7, ενώ το πρωτοπαθές μυξοίδημα με τα HLA-DR5 και DQ7. Την πρόοδο της έρευνας σχετικά με την αυτοανοσία του θυρεοειδούς ενισχύει σημαντικά η ανάπτυξη ποικίλων ζωικών μοντέλων της ανθρώπινης νόσου (αυθόρμητα εμφανιζόμενη νόσος σε ορισμένα στελέχη ή πειραματικά επαγόμενη σε φυσιολογικά ζώα μετά από χορήγηση κατάλληλων πεπτιδίων). Τα μοντέλα αυτά αποδεικνύονται πολύτιμα και ως πρότυπα αναφοράς στη μελέτη, γενικότερα, της οργανοειδικής αυτοανοσίας. Στην ανασκόπηση αυτή παρουσιάζεται η σύγχρονη θεώρηση σχετικά με τη θυρεοειδική αυτοανοσία, με βάση την αλληλεπίδραση των τριών κύριων θυρεοειδικών αυτοαντιγόνων με ειδικά αυτοαντισώματα και αυτοδραστικά Τ-λεμφοκύτταρα. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην παθογένεια καθώς και σε κλινικά στοιχεία, χρήσιμα στον κλινικό γιατρό.

Λέξεις ευρετηρίου: Αυτοάνοσα νοσήματα θυρεοειδούς, Αυτοδραστικά Τ-λεμφοκύτταρα, Θυρεοειδικά αυτοαντιγόνα, Θυρεοειδικά αυτοαντισώματα.


© Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής